el | fr | en | +
Accéder au menu

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ

Είναι η Μόσχα υποτελής στο Πεκίνο;

Η σύγκρουση στην Ουκρανία σηματοδότησε τη μόνιμη ρήξη των σχέσεων ανάμεσα στη Ρωσία και στην Ευρώπη και την εμβάθυνση της ρωσοκινεζικής στρατηγικής συνεργασίας. Για να καθησυχαστούν μπροστά στην αποτυχία των οικονομικών κυρώσεων, οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες φαντάζονται ότι το τίμημα που θα πληρώσει η Ρωσία για την επιθετικότητά της θα είναι η αυξημένη εξάρτησή της από το Πεκίνο. Ωστόσο, η Μόσχα δεν δείχνει να φοβάται ότι θα μετατραπεί σε υποτελή της Κίνας.

Η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες παρακολουθούν με ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή τη ρωσοκινεζική συνεργασία, η οποία χαρακτηρίστηκε «δίχως όρια» κατά την επίσκεψη του του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στο Πεκίνο τον Φεβρουάριο του 2022 (1). Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, δηλώνοντας σε μια συνέντευξή του στην εφημερίδα «L’Opinion» ότι «η Ρωσία (…) έχει δρομολογήσει εκ των πραγμάτων μια μορφή υποτέλειας απέναντι στην Κίνα», εξέφρασε την κυρίαρχη άποψη στους κύκλους των παρατηρητών και των φορέων λήψης αποφάσεων των δυτικών χωρών (2). Κατ’ αυτούς, η ανισομερής προσέγγιση με την Κίνα –μια πραγματική λυκοφιλία– είναι μια επιλογή στην οποία αναγκάζεται να καταφύγει η Ρωσία ελλείψει άλλης εναλλακτικής, καθώς βρίσκεται απομονωμένη στη διεθνή σκηνή μετά τη στρατιωτική επέμβασή της στην Ουκρανία, με τίμημα την αυξανόμενη εξάρτησή της από τον ισχυρό και αδιάλλακτο ανατολικό γείτονά της.

Στη Μόσχα βλέπουν τα πράγματα με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Βέβαια, είναι αισθητή μια κάποια απογοήτευση όσον αφορά ορισμένα οικονομικά ζητήματα: για παράδειγμα, τους δισταγμούς των κινεζικών επιχειρήσεων υψηλής τεχνολογίας ή τη βραδύτητα με την οποία διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις για το σχέδιο του αγωγού φυσικού αερίου «Δύναμη της Σιβηρίας 2», ο οποίος θα επιτρέπει τη μεταφορά 50 δισ. κυβικών μέτρων ετησίως από τη χερσόνησο Γιαμάλ στην Κίνα. Εξάλλου, έχοντας αποκομίσει διδάγματα από τη ρήξη ανάμεσα στον Νικήτα Χρουστσόφ και στον Μάο Τσε Τουνγκ στα τέλη της δεκαετίας του 1950 (3), οι Ρώσοι ιθύνοντες δεν κάνουν ποτέ λόγο για συμμαχία. Δεν θα μπορούσε να τεθεί παρόμοιο ζήτημα μεταξύ δύο εθνικά κυρίαρχων πυρηνικών δυνάμεων. Από τις διακηρύξεις περί «αιώνιας φιλίας» των δύο κομμουνιστικών καθεστώτων που δεν διήρκεσαν παρά μόνο μία δεκαετία, προτιμούν τον πιο λιτό όρο της «στρατηγικής συνεργασίας». Αυτός ο όρος, που διατυπώθηκε το 1996 και επιβεβαιώθηκε από τη συνθήκη φιλίας του 2001, πήρε τη μορφή μιας πραγματικής «στροφής προς την Ανατολή» μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και δεν παύει να αποκτά ολοένα μεγαλύτερο βάθος μετά τον Φεβρουάριο του 2022. Τη στιγμή της «αποδυτικοποίησης» (4) του κόσμου, το Κρεμλίνο είναι πεπεισμένο ότι αυτή η επιλογή σχετικά με τον προσανατολισμό του υπήρξε εύστοχη. Η Μόσχα θεωρεί ότι το Πεκίνο δεν έχει συμφέροντα συνδεδεμένα με μια ρωσική ήττα στην Ουκρανία και ότι δεν σκοπεύει –αντίθετα με τους Δυτικούς– να αναμειχθεί στις εσωτερικές υποθέσεις της, πόσο μάλλον να αλλοιώσει το πολιτικό μοντέλο της.

Οι διμερείς εμπορικές ανταλλαγές, οι οποίες για μεγάλο χρονικό διάστημα αποτελούσαν την αχίλλειο πτέρνα των ρωσοκινεζικών σχέσεων, έχουν αρχίσει να αλλάζουν κλίμακα. Από 63,7 δισ. δολάρια (57 δισ. ευρώ) το 2016, πέρασαν στα 190 δισ. δολάρια (174 δισ. ευρώ) το 2022 και άγγιξαν το ποσό-ρεκόρ των 240 δισ. δολαρίων (223 δισ. ευρώ) το 2023 (5). Η Κίνα έχει πλέον μετατραπεί στον πρώτο εμπορικό εταίρο της Ρωσίας, εκτοπίζοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση που κατείχε αυτή τη θέση μέχρι το 2022: φέτος, οι συναλλαγές με την Ε.Ε. αναμένεται να πέσουν αρκετά κάτω από το όριο των 100 δισ. δολαρίων. Ενώ οι χώρες του G7 έχουν επισήμως σταματήσει να εισάγουν ρωσικό πετρέλαιο, η Κίνα διπλασίασε τις αγορές της, διαδραματίζοντας έτσι, μαζί με την Ινδία, κρίσιμο ρόλο στη διάσωση των οικονομικών της Ρωσίας.

Παράλληλα, λαμβάνουν χώρα και ποιοτικές εξελίξεις. Η «αποδολαριοποίηση» των εξωτερικών συναλλαγών, μια στρατηγική προτεραιότητα της Ρωσίας, φτάνει σε πρωτοφανή επίπεδα στην περίπτωση της Κίνας (6). Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό Μιχαήλ Μισούστιν, το 90% του διμερούς εμπορίου πραγματοποιείται πλέον στα νομίσματα των δύο χωρών. Τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Ρώσος πρωθυπουργός πραγματοποίησε τη δεύτερη επίσκεψή του στην Κίνα από την αρχή της χρονιάς. Περισσότερο κι από τις δύο προεδρικές επισκέψεις, που απείχαν μεταξύ τους μονάχα μερικούς μήνες (επίσκεψη του προέδρου Σι Ζινπίνγκ στη Μόσχα τον Μάρτιο, επίσκεψη του Πούτιν στο Πεκίνο τον Οκτώβριο), η συμμετοχή του Μισούστιν αποδεικνύει ότι η ρωσοκινεζική συνεργασία αποκτά θεσμικό χαρακτήρα.

Η οικονομική ολοκλήρωση ανάμεσα στις δύο χώρες περνάει και από τον τραπεζικό τομέα. Καθώς τα περισσότερα ρωσικά τραπεζικά ιδρύματα βρίσκονται αντιμέτωπα με τις δυτικές κυρώσεις και έχουν αποσυνδεθεί από το δίκτυο διασυνοριακών διατραπεζικών πληρωμών SWIFT (με έδρα τις Βρυξέλλες), περίπου τριάντα από αυτά χρησιμοποιούν πλέον το κινεζικό σύστημα CIPS (Cross-Border Interbank Payment System). Μόνο κατά τη διάρκεια του 2022, τετραπλασιάστηκε το μερίδιο των κινεζικών ιδρυμάτων στον ρωσικό χρηματοπιστωτικό τομέα (κυρίως των Industrial and Commercial Bank of China, Bank of China, China Construction Bank και Agricultural Bank of China) (7). Οι κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες υποκαθιστούν με ταχείς ρυθμούς τις δυτικές μάρκες, όπως η Renault και η Volkswagen, που εγκατέλειψαν τη ρωσική αγορά. Ελέγχουν το 46% των αντιπροσωπειών αυτοκινήτων στη χώρα και έχουν αρχίσει την παραγωγή εντός των ρωσικών συνόρων (8). Αυτός ο εμπορικός δυναμισμός ενθαρρύνεται από τις κυβερνήσεις των δύο χωρών: η επίσκεψη του Μισούστιν στη Σαγκάη στα τέλη Απριλίου του 2023 επιβεβαίωσε το γεγονός ότι όλοι οι μεγάλοι ρωσικοί όμιλοι και ολιγάρχες –πέρα από τον ιστορικό σκληρό πυρήνα του «κινεζικού λόμπι» (πετρελαϊκή εταιρεία Rosneft, παραγωγός αλουμινίου Rusal, πετροχημική επιχείρηση Sibur)– αναζητούν πλέον συνεργασίες με την Ανατολή.

Πλήθος εμποδίων

Αν και δεν εφοδιάζει τη Ρωσία με όπλα, η Κίνα φαίνεται να συμβάλλει σημαντικά στην πολεμική προσπάθειά της. Οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών έχουν εξακριβώσει ότι η Ρωσία είχε εισάγει μεγάλες ποσότητες ημιαγωγών μέσω δομών εγκατεστημένων στο Χονγκ Κονγκ. Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της σύγκρουσης, εκτιμάται ότι δώδεκα εκατομμύρια κινεζικοί δρόνοι διέσχισαν τα σύνορα, καθώς και εξαρτήματα που προορίζονται για ραντάρ και κεραίες ηλεκτρονικής παρεμβολής (μέσω μιας ουζμπεκικής εταιρείας). Επίσης, μια εταιρεία εγκατεστημένη στη Σαγκάη θεωρείται ότι διευκόλυνε την παροχή 100.000 αλεξίσφαιρων γιλέκων και 100.000 κρανών στη Ρωσία (9). Πέρα από ορισμένες αποχαρακτηρισμένες πληροφορίες των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, και η επίσημη στατιστική προσφέρει συγκλίνουσες ενδείξεις: οι κινεζικές εξαγωγές κεραμικών υλικών –που χρησιμοποιούνται ευρύτατα για την παραγωγή προστατευτικού εξοπλισμού– αυξήθηκαν κατά 70% προς τη Ρωσία κατά τη διάρκεια του 2023… και μειώθηκαν κατά 60% προς την Ουκρανία (10).

Υπάρχουν ωστόσο μερικές σκιές σε αυτή την εικόνα. Για την ώρα, δεν έχουν καταλήξει οι διαπραγματεύσεις για τον αγωγό «Δύναμη της Σιβηρίας 2». Ο Πούτιν και ο Αλεξάντρ Νόβακ, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός επιφορτισμένος με ζητήματα ενέργειας, προσπαθούν να φανούν καθησυχαστικοί σχετικά με το γεγονός ότι το έργο θα έχει υλοποιηθεί μέχρι τα τέλη της δεκαετίας, λαμβανομένων υπόψη των κινεζικών αναγκών. Θεωρείται ότι θα συμπληρώσει τον εφοδιασμό από τη «Δύναμη της Σιβηρίας», έναν πρώτο αγωγό φυσικού αερίου με ετήσια δυναμικότητα 38 δισ. κυβικών μέτρων, ο οποίος συνδέει τη Γιακουτία με το βορειοανατολικό τμήμα της Κίνας. Αυτή η ενεργειακή υποδομή, που εγκαινιάστηκε τον Δεκέμβριο του 2019 από την Gazprom και την China National Petroleum Corporation (CNPC), σηματοδοτούσε τη στροφή προς την Ανατολή μιας εξαγωγικής στρατηγικής φυσικού αερίου ιστορικά επικεντρωμένης στην Ευρώπη. Η Ανατολή αναδεικνύεται πλέον ζωτικής σημασίας για την Gazprom, που έχει χάσει το μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής αγοράς μετά το σαμποτάζ –για το οποίο κανείς δεν έχει αναλάβει την ευθύνη– των αγωγών φυσικού αερίου Nord Stream 1 και 2 τον Σεπτέμβριο του 2022 και τη στροφή πολλών παραδοσιακών αγοραστών προς νέους προμηθευτές. Όμως, οι σκληρές διαπραγματεύσεις με το Πεκίνο αποδεικνύουν ότι οι συναισθηματισμοί δεν έχουν καμία θέση σε αυτήν τη διμερή σχέση.

Υπάρχουν κι άλλα εμπόδια που μπλοκάρουν το ρωσοκινεζικό ειδυλλίου. Τα ρωσικά αντίμετρα, σε απάντηση των δυτικών κυρώσεων, διαταράσσουν τις δραστηριότητες ορισμένων κινεζικών επιχειρήσεων, που είναι εγκατεστημένες στη ρωσική αγορά αλλά εξακολουθούν να είναι διασυνδεμένες και με δυτικές οικονομίες. Η Μόσχα τούς απαγορεύει να αποπληρώνουν τα δάνεια που έχουν συνάψει με ευρωπαϊκά και αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή να επαναπατρίζουν τα μερίσματά τους εάν λειτουργούν μέσω θυγατρικών εγκατεστημένων σε χώρες που θεωρούνται «μη φιλικές» προς τη Ρωσία. Εξάλλου, πολλές κινεζικές τράπεζες, εφαρμόζοντας μια πολιτική υπερβολικής συμμόρφωσης με τις δυτικές κυρώσεις, αρνούνται να ανοίξουν λογαριασμό σε ορισμένες ρωσικές επιχειρήσεις, παρ’ όλο που δεν αποτελούν στόχο κανενός περιοριστικού μέτρου. Οι αμφιταλαντεύσεις της Huawei έχουν επίσης αποτελέσει αντικείμενο έντονων σχολίων στη Μόσχα: ο κολοσσός των ηλεκτρονικών είχε επενδύσει σημαντικά ποσά για έρευνα και ανάπτυξη στη Ρωσία, προτού αναστείλει τις παραδόσεις προϊόντων του στη χώρα, για να τις ξαναρχίσει, απ’ ό,τι φαίνεται, με διακριτικό τρόπο στη συνέχεια. Περισσότερο δομικό χαρακτήρα παρουσιάζουν οι ανεπάρκειες της εφοδιαστικής αλυσίδας στην ανατολική Σιβηρία, λόγω του χαμηλού επιπέδου των υπαρχουσών υποδομών, γεγονός που αποτελεί άλλη μια τροχοπέδη στη διμερή οικονομική σχέση.

Ίσως για να καθησυχάσουν τον εαυτό τους απέναντι στην αποτυχία των κυρώσεών τους, οι Δυτικοί επιμένουν στον ετεροβαρή χαρακτήρα της ρωσοκινεζικής σχέσης. Σε αυτό το στάδιο, τίποτα δεν επιτρέπει την τεκμηρίωση αυτής της υπόθεσης. Στην Κεντρική Ασία, όπου οι ρωσικές θέσεις είναι αναμφίβολα πιο εδραιωμένες απ’ ό,τι πριν από μερικά χρόνια (με την –αξιοσημείωτη βέβαια– εξαίρεση του Καζακστάν), η Ρωσία αναγνωρίζει στην Κίνα ότι σέβεται τις κόκκινες γραμμές της, κυρίως επειδή την αφήνει να διατηρεί τον κυρίαρχο ρόλο της στα ζητήματα ασφάλειας της ευρύτερης περιφέρειας, μέσω του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO) (11). Η ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας στην Αρκτική –μια περιοχή όπου η Μόσχα έχει ώς τώρα φροντίσει να μην αφήσει να εισέλθουν εξωτερικοί γεωπολιτικοί παίκτες– είναι ανάλογη των κινεζικών επενδύσεων και δεν συνεπάγεται καμία απώλεια ελέγχου, ούτε και εθνικής κυριαρχίας. Η κινεζική δημογραφική πίεση στη Σιβηρία, που αναφέρεται συχνά από τα δυτικά ΜΜΕ μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, αποτελεί έναν μύθο χωρίς έρεισμα. Όσο για τους επίσημους κινεζικούς χάρτες που περιλαμβάνουν και ορισμένα ρωσικά εδάφη, έχουν απασχολήσει πολύ περισσότερο τη δημοσιότητα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ παρά στην Ρωσία όπου, αντιθέτως, έγινε δεκτή με ικανοποίηση η αλλαγή της στάσης του Πεκίνου στο ζήτημα των Κουρίλων Νήσων: ενώ για μεγάλο χρονικό διάστημα η Κίνα υποστήριζε το Τόκιο σε αυτή την ρωσοϊαπωνική εδαφική διαμάχη, έχει πλέον επιλέξει την ουδετερότητα.

Μια λιγότερο επικίνδυνη εξάρτηση

Μετά την 24η Φεβρουαρίου 2022, το Κρεμλίνο δεν έχει λάβει καμία απόφαση ούτε και έχει κάνει την παραμικρή παραχώρηση στην Κίνα που να ξεφεύγει από τα καθιερωμένα στις διμερείς σχέσεις τους, πόσο μάλλον όταν το Πεκίνο δεν επιδιώκει διόλου να ασκήσει πίεση: ορισμένοι σχολιαστές εκτιμούν μάλιστα ότι η στρατιωτική εμπειρία των Ρώσων στην Ουκρανία και η εμπειρία απέναντι στις κυρώσεις θα μπορούσαν να αποδειχθούν ιδιαίτερα χρήσιμες στους Κινέζους (σε περίπτωση στρατιωτικής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ ή όξυνσης της οικονομικής πίεσης της Ουάσιγκτον) (12). Όσο για την τεχνολογική εξάρτηση, αναπόφευκτη σε ορισμένους τομείς όπως οι τηλεπικοινωνίες, κρίνεται λιγότερο επικίνδυνη όταν υπάρχει απέναντι στην Κίνα απ’ ό,τι απέναντι στη Δύση. Παραδόξως, ο ευρωπαϊκός χαρακτήρας της ρωσικής κουλτούρας προβάλλεται από τους υπέρμαχους της ρήξης με τη Δύση. Σύμφωνα με τον Σεργκέι Καραγκάνοφ, έναν από τους πλέον προβεβλημένους πολιτικούς επιστήμονες στη Μόσχα, η χώρα του δεν κινδυνεύει διόλου να γίνει υποτελής του Πεκίνου, ακριβώς επειδή διαθέτει έναν «διαφορετικό πολιτισμικό κώδικα», που την προστατεύει από την ανάπτυξη ενός συναισθήματος πολιτιστικής έλξης (13).

Υπάρχει άραγε το ενδεχόμενο να αλλάξει αυτή η προσέγγιση μετά την προεδρία Πούτιν; Ίσως, υπό δύο προϋποθέσεις: να επιχειρήσει η Ρωσία μια «επιστροφή προς τη Δύση» και να αρχίσει να διασπάται, για παράδειγμα μετά από μια συντριπτική στρατιωτική ήττα στην Ουκρανία. Για την ώρα, αυτά τα δύο σενάρια φαντάζουν ελάχιστα πιθανά. Το 2016, ο διευθυντής του Κέντρου Κάρνεγκι της Μόσχας (που έχει πια κλείσει) περιέγραφε τις ρωσοκινεζικές σχέσεις ως εξής: «Ποτέ ο ένας ενάντια στον άλλο, αλλά όχι υποχρεωτικά πάντα ο ένας μαζί με τον άλλο» (14). Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Κρεμλίνο θα προσπαθήσει να πορευτεί σε αυτό τον δρόμο.

Arnaud Dubien

Διευθυντής του Γαλλορωσικού Παρατηρητηρίου (Μόσχα), ερευνητής συνεργαζόμενος με το Ινστιτούτο Διεθνών και Στρατηγικών Σχέσεων (IRIS) και σύμβουλος του προέδρου του Ινστιτούτου Choiseul.
Μετάφραση: Βασίλης Παπακριβόπουλος

(2«L’Opinion», Παρίσι, 14 Μαΐου 2023.

(3Βλ. Serge Halimi, «Hier, révolutionnaires et rivaux», «Le Monde diplomatique», Αύγουστος 2018.

(4Didier Billion και Christophe Ventura, Désoccidentalisation. Repenser l’ordre du monde, Agone, Μασσαλία, 2023.

(5Anastasia Stepanova, «Trade between Russia and China: Factors and limits to growth», Valdai Discussion Club, 19 Ιουλίου 2023.

(6Βλ. Renaud Lambert et Dominique Plihon, «Est-ce vraiment la fin du dollar?», «Le Monde diplomatique», Νοέμβριος 2023.

(7Owen Walker και Cheng Leng, «Chinese lenders extend billions of dollars to Russian banks after western sanctions», «Financial Times», Λονδίνο, 3 Σεπτεμβρίου 2023.

(8«Russian car sales jump in September as Chinese brands expand market share», Reuters, 4 Οκτωβρίου 2023.

(9«Support provided by the People’s Republic of China to Russia», Office of the Director of National Intelligence, Ουάσιγκτον, Ιούλιος 2023.

(10Sarah Anne Aarup, Sergey Panov και Douglas Busvine, «China secretly sends enough gear to Russia to equip an army», Politico, 24 Ιουλίου 2023.

(11Giulia Sciorati, «Central Asia: is China crossing Russia’s red lines?», Istituto per gli Studi di Politica Internazionale (ISPI), Μιλάνο, 17 Ιουλίου 2023.

(12Mikhail Korostikov, «Is Russia really becoming China’s vassal?», Carnegie Politika, 6 Ιουλίου 2023.

(13«Sergueï Karaganov: “Απαλλασσόμαστε από τον δυτικό ζυγό”» (στα ρωσικά), Biznes Online, Καζάν, 28 Μαΐου 2023.

(14Dmitri Trenin, «ΗΠΑ-Κίνα-Ρωσία: η φόρμουλα της συνύπαρξης» (στα ρωσικά), Russian Council of International Affairs, Μόσχα, 9 Νοεμβρίου 2016.

Μοιραστείτε το άρθρο